ή  ΓΛΥΚΥΣ

Πέτρος Γλυκύς ο Μπερεκέτης  επωνυμούμενος, εκ της τουρκικής λέξεως «μπερεκέτ» (αφθονία) την μεταχειρίζετο όταν οι μαθητές του τον ρώταγαν, αν έχει και άλλους Ειρμούς να διδάξη.
M
αζί με τους Χρυσάφη το Νέο, Γερμανό Νέο Πατρών και τον Μπαλάσιο Ιερέα υπήρξαν οι 4 μεγάλοι μουσικοί που ήκμασαν στα τέλη του ΙΖ΄ου αιώνος και αρχάς του ΙΗ΄ου.
Yπήρξε ένας από τους πλέον  διαπρεπέστερους μουσικούς μετά την άλωση, μελίσας πολλά και διάφορα  άσματα, όπως το δίχορο «Θεοτόκε Παρθένε» μετά κρατήματος, πολυελέους, δοξολογίες, ασματικά  έντεχνα, πασαπνοάρια, κοινωνικά της εβδομάδος,  κοινωνικά του ενιαυτού σε διάφορους ήχους, χερουβικά και τις καταβασίας  της Χριστού Γεννήσεως.
Δ
ιακρίθηκε ιδιαίτερα εις την μέλισιν των Ειρμών, υπερβάλλοντας όλους τους σύγχρονους του, γι΄ αυτό και  οι ειρμοί αυτοί κλήθηκαν «Καλοφωνικοί» από τους μελωδούς, λόγω της απαράμιλλης γλυκύτητας που είχαν. Ο ίδιος δε ονομάσθηκε  «πατήρ  των Καλοφωνικών Ειρμών».
Α
πό τα μουσουργήματα  του Μπερεκέτου τα περισσότερα  μετατράπηκαν από την αρχαία παρασημαντική στην Νέα από τους Χρύσανθο και τον Γρηγόριο Πρωτοψάλτη  και δημοσιεύθηκαν σε διάφορες Ανθολογίες.
Ε
ζησε όταν Πρωτοψάλτες της Μ. Εκκλησίας ήταν οι Παναγιώτης  Χαλάτζογλου και  Ιωάννης ο Τραπεζούντιος. Διδάχθηκε την μουσική στην πατρίδα του, την Κωνσταντινούπολη, και μετά στο Άγιον Όρος κοντά στον ξακουστό μουσικό Δαμιανό τον Βατοπεδινό.
Δ
ιετέλεσε ιεροψάλτης για πολλά χρόνια στον Ι. Ν. Αγίου Κωνσταντίνου στα Ψωμαθειά στην Κωνσταντινούπολη