Ο Πατριαρχικός Ναός είναι το επίκεντρο του Xpιστιανισμού, που λάμπει ανάμεσα στους αιώνες σ' όλο τον κόσμο εκκλησιαστικά με την οικουμενικότητα και τη φωτεινή μορφή του, αλλά και λατρευτικά είναι ο τηλαυγής φάρος της Ορθοδοξίας με την τυπική τάξη και παράδοση που τήρησε από τα χρόνια πριν από την Άλωση μέχρι σήμερα.  
Ο Ναός της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, είναι Ναός του Θεού, που δεν γνώρισε ποτέ την αργία.  Λειτούργησε και λειτουργεί καθημερινά.
Οι πατριαρχικοί χοροί με τους ψάλτες τους, ήταν οι προβολείς του μεγαλείου της Ορθοδοξίας και οι vικηφόροι σκυταλοδρόμοι της παρακαταθήκης της μουσικής εκκλησιαστικής παράδοσης.
Οι πατpιαpχικοί αυτοί χοροί αποτελούνται από τον Άρχοντα Πρωτοψάλτη, τον Άρχοντα Λαμπαδάριο και τους δύο Δομέστικους με τους Κανονάρχες τους.  Η χοροστασία τους στα αναλόγια γίνεται με ειδική τελετουργική.  Είναι μελετημένοι και πολύ παρασκευασμένοι.  Ποτέ δεν κάμνουν χρήση του κειμένου στην εκτέλεση των οποιονδήποτε τροπαρίων, Πολυελέων, Ιδιομέλων, Χερουβικών κ.λ.π.
Οι Κανονάρχες κανοναρχούν γυρίζοντας τα νώτα στο αναλόγιο με το βιβλίο στα χέρια και το πρόσωπο στραμμένο προς τον ψάλτη «ενώπιος ενωπίω».
Ο Πρωτοψάλτης ψάλλει κατά την παράδοση του Πατριαρχείου.  Ό,τι δηλαδή παρέλαβε από τους προκατόχους του, οι οποίοι και αυτοί παρέλαβαν από τους προκατόχους τους, και έτσι τηρείται διαδοχικά μια κλασσική ψαλμωδία, την οποία ονομάζουμε «Παράδοση της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας».
Σ αυτή την «Παράδοση» είναι πολύ αυστηροί και φανατικοί, ο Πρωτοψάλτης και ο Λαμπαδάριος και προσπαθούν να τη μεταδώσουν στους νεοερχόμενους βοηθούς ή Κανονάρχες.  Αλλά και αυτοί οι πατριάρχες και οι Αρχιερείς και όλοι οι κληρικοί της Αυλής του Πατριαρχείου γνωρίζουν καλά τη σημασία αυτή της παράδοσης και είναι ιδιαίτερα απαιτητικοί.  Η δε Παράδοση αυτή, το ύφος το Πατριαρχικό είναι απλό, απέριττο, μυστικοπαθές και  άγραφο.
Ο βαθμός του Β' Δομέστικου είναι η πρώτη βαθμίδα, το πρώτο σκαλί των Πατριαρχικών χορών, που θα εξελιχτεί αργότερα διαδοχικά με την προαγωγή σε Α' Δομέστικο, Λαμπαδάριo και Πρωτοψάλτη.
Γι' αυτό στη θέση αυτή προσλαμβάνονται πάντοτε πρόσωπα που διακρίνονται για την καλλιφωνία και την αντοχή τους.  Ένας δε τέτοιος νέος που ανεβαίνει στους πατριαρχικούς χορούς τα βρίσκει όλα ψαλτικά άγνωστα. Παρακολουθεί την εκτέλεση της μουσικής και βλέπει ότι δεν είναι αυτή έτσι που την είχε μάθει από τους εξωτερικούς δασκάλους του ή όπως την έψαλε και ο ίδιος στους ενοριακούς ναούς.  Εκεί η μουσική ήταν διαφορετική.  Εδώ μέσα εκπλήσσεται για τηv Βυζαντινή Εκκλησιαστική Μουσική, που ακούει από τους πατριαρχικούς ψάλτες.  Τους θαυμάζει για τον υπέροχο τρόπο με τον οποίο την εκτελούν.  Ενθουσιάζεται κι αυτός από αυτή τη μουσική που αγνοούσε ως τώρα.  Γοητεύεται από τους ανωτέρους του και πλάθει όνειρα για το μέλλον.
Από αυτούς λοιπόν τους πατριαρχικούς χορούς μπορεί να διδαχθεί ο κάθε ψάλτης, όταν ακούει εκεί  μέσα  στον Πατριαρχικό Ναό την εκτέλεση, το ύφος, το χρόνο και το ρυθμό κάθε μελωδίας μαζί με τις ανάλογες βάσεις του κάθε μαθήματος.  Είναι ένα εκπαιδευτήριο τόσο για το φτιαγμένο ψάλτη, όσο και για τον αρχάριο και το μικρό παιδάκι ακόμη τον 9–10 χρόνων, πού για πρώτη φορά ανεβαίνει στο αναλόγιο και μαθαίνει να απαγγέλλει το «ει» στον α΄ τόνο και «o» στο β΄ τόνο με το αυτί, όταν ψάλλει το «Εις πολλά έτη Δέσποτα», μαζί με τους άλλους.
Μέσα από αυτό το Ναό, με τον ιστορικό του Θρόνο, τον Άμβωνα, το Τέμπλο, τα Αναλόγια κ.λ.π. πέρασαν Πατριάρχες, Αρχιερείς, Οφφικιάλοι.  Πέρασαν Πρωτοψάλτες και Λαμπαδάριοι πρώτου μεγέθους. Ιάκωβοι και Πέτροι, Ναυπλιώτες και Βιολάκηδες και Πρίγγοι.  Κάτω από αυτό το θόλο, με τούς μαυρισμένους τοίχους από το λιβάνι και το κερί, έγιναν τελετές μεγάλες και ιστορικές και βλέπει κανείς με τη φαντασία του και ακούει μέσα στην ησυχία τις γλυκείς φωνές όλων αυτών, που πρόσφεραν τη ζωή τους στον ιερό βωμό, στο έργο της Εκκλησίας.
Τελειώνοντας το λόγο ας στρέψουμε την προσοχή μας σε κάτι αγνό, λεπτό και ευαίσθητο.  Στα παιδάκια των Πατριαρχικών χορών.  Πραγματικά μεγάλη υπόθεση και μεγάλη η προσφορά και η συμβολή των παιδιών αυτών στους πατριαρχικούς χορούς.  Πλουτίζουν, στολίζουν και συμπληρώνουν τα κενά και τους μεγάλους μαέστρους με τις αγγελικές φωνές τους.
Καθένα απ' αυτά είναι ένας μικρός ψάλτης.  Τα ξέρουν όλα τα ψαλτικά πρακτικά και θυμούνται ακόμη και αυτά που ψάλλονται έστω και μια φορά το χρόνο, καθώς και τις τυπικές διατάξεις.
Από τη θέση τους στο αναλόγιο παρακολουθούν «πάντα τα γινόμενα».  Συναγωνίζονται ποιος θα πει το «Κέλευσον», ποιος θα κανοναρχήσει, ποιος θα πάρει το καπέλο του Πρωτοψάλτη.
Δίχως καμιά αμοιβή έρχονται από διάφορα μακρινά σημεία της Πόλης στο Πατριαρχείο   τακτικότατα. Αυτά τα παιδιά είναι οι μελλοντικοί ψάλτες, Δομέστικοι, Λαμπαδάριοι και  Πρωτοψάλτες.

Πρωτοπρεσβύτερος  Σεραφείμ Φαράσογλου
 

Επιστροφή στην Αρχική Σελίδα

ΑΡΧΙΚΗ ] ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ]

Επιστροφή στα Περιεχόμενα